Η κλεψύδρα αδειάζει σιγά σιγά ενόψει του πρώτου ραντεβού στον τρίτο προκριματικό γύρο του Europa League (με Σερβέτ ή Γκενκ) και οι Αντόνιο Κορδόν και Ντιέγκο Μαρτίνεθ κάνουν σπριντ για να ενισχύσουν τον Ολυμπιακό μεταγραφικά, με το νέο όνομα που προβάρει τα ερυθρόλευκα να είναι ο Κένεντι.
Ο λόγος για τον 27χρονος Βραζιλιάνο εξτρέμ της Βαγιαδολίδ που οι ερυθρόλευκοι προορίζουν για να καλύψει τη θέση του πλάγιου επιθετικού από τα αριστερά, με τον άλλοτε άσο της Τσέλσι να έχει να επιδείξει ένα γεμάτο βιογραφικό.
Και αυτο γιατί πέρα από το όνειρο της παρουσίας στην Premier League από πολύ μικρή ηλικία έχει σφυρηλατηθεί μέσα από αρκετούς δανεισμούς, με τον Κένεντι να δείχνει να ψάχνει την ομάδα που θα του βγάλει τον καλύτερο εαυτό του, για να γυρίσει πίσω το χρόνο και να αποκτήσει ξανά την τρέλα που είχε για το ποδόσφαιρο ως πιτσιρικάς, όταν όργωνε τους δρόμους στην πατρίδα του παίζοντας με γυμνά πόδια.
Με τη συμφωνία του Ολυμπιακού με την Βαγιαδολίδ να είναι δεδομένη, και τον παίκτη να ετοιμάζεται να ντυθεί στα ερυθρόλευκα, το SPORT24 σας παρουσιάζει κάποια ντεσού από την πορεία του Κένεντι στα γήπεδα.
Το πάθος για το ποδόσφαιρο είχε φανεί από μικρή ηλικία
Αν υπάρχουν κάποια πράγματα για τα οποία οι Βραζιλιάνοι “ζουν και αναπνέουν” από τη στιγμή που ανοίγουν για πρώτη φορά με τα μάτια τους μέχρι τη στιγμή που αποχαιρετούν τον μάταιο τούτε κόσμο, τότε το ποδόσφαιρο ανήκει ασυζητητί σε αυτή την κατηγορία, αφού όχι απλά είναι το δημοφιλέστερο σπορ στη χώρα της σάμπα και του καφέ αλλά αντιμετωπίζεται ως κάτι το ιερό, μία θρησκεία που είναι καθολικής αποδοχής.
Από πολύ μικρή ηλικία τα περισσότερα παιδιά σε αυτό το μεγάλο κομμάτι γης της Λατινικής Αμερικής μεγαλώνουν με ένα όνειρο, να ακολουθήσουν καριέρα ποδοσφαιριστή και κάποια στιγμή να αγωνιστούν σε φημισμένα και ιστορικά ευρωπαϊκά κλαμπ, με τον Ρόμπερτ Κένεντι Νούνες ντο Νασιμέντο, κατά κόσμον Κένεντι, να είναι ένα κλασικό παράδειγμα.
Η ασπρόμαυρη στρογγυλή Θεά είχε μπει από νωρίς στη ζωή του αφού τόσο εκείνος όσο και ο πατέρας του ήταν φανατικοί με το σπορ, με ένα παιδί όπως εκείνος που είχε γεννηθεί το 1996, να έχει μάλιστα ουκ ολίγα φωτεινά παραδείγματα και πρότυπα για να ταυτιστεί και να θέλει να τους μοιάσει.
“Ο πατέρας μου και εγώ δεν είχαμε χρήματα να αγοράζουμε αφίσες οπότε έκοβα από τις εφημερίδες φωτογραφίες από τα είδωλά μου -Ρονάλντο, Ροναλντίνιο, Αντριάνο- και κάλυπτα με αυτές όλους τους τοίχους του σπιτιού. Η αδερφή μου δεν έλεγε πολλά, επειδή ο πατέρας μου λάτρευε το ποδόσφαιρο όπως εγώ”, αναφέρει νοσταλγικά για εκείνη την εποχή ο Κένεντι, με το ίδιο συναίσθημα να μη διακατέχει όμως σε καμία περίπτωση τη μητέρα του.
Για εκείνη, το να βλέπει το γιο της να “εξαφανίζεται” όλη ημέρα σε μία φτωχογειτονιά όπως της Σάντα Ρίτα του Σαπουσάι, και να επιστρέφει αργά το βράδυ όντας σκονισμένος, βρώμικος και μελανιασμένος από τους αγώνες ποδοσφαίρου στους δρόμους, δεν ήταν όνειρο αλλά σκέτος εφιάλτης.
Η μητέρα ανησυχούσε, ο ίδιος μετρούσε μόνο νίκες
“Δεν με ήθελε να παίζω όλη μέρα. Μία φορά το έσκασα από το σπίτι και κλείδωσε την πόρτα για να με αφήσει έξω. Όταν τελικά μού άνοιξε για να μπω μέσα, ούρλιαζε όλο το βράδυ”, θυμάται ο Κένεντι σε μία ανθρωποκεντρική συνέντευξη που είχε δώσει πριν μερικά χρόνια, και συνεχίζει:
“Όχι μόνο δεν είχα ποδοσφαιρικά παπούτσια, δεν είχα καν παπούτσια, παίζαμε μπάλα στους δρόμους με γυμνά πόδια. Δεν είχαμε γιατρό, οπότε αν κάποιος έσπαγε κάποιο δάχτυλο ποδιού ή χτυπούσε στο πόδι, απλά συνέχιζε να παίζει μέχρι να τελείωνε το ματς. Έπειτα πήγαινες σπίτι και το έβαζες στον πάγο.
Όποιος κέρδιζε το ματς, κέρδιζε ένα μπουκάλι Coca-Cola από τους χαμένους… και εγώ νικούσα πάντα. Χρησιμοποιούσαμε δύο μεγάλες πέτρες ως γκολπόστ και παίζαμε όλη μέρα και νύχτα, ή τουλάχιστον μέχρι ο ιδιοκτήτης της μπάλας να ζητούσε να φύγει για να πάει σπίτι του”.
Μπορεί όλες οι παραπάνω καταστάσεις να ακούγονται ως ρομαντικές που ανήκουν σε μία άλλη πολύ μακρινή εποχή, όμως αυτές ακριβώς οι -κάθε άλλο παρά ιδανικές- συνθήκες προετοίμασαν τον Κένεντι για μία (ποδοσφαιρική) ζωή όπου δεν θα είχε ανάγκη να βρίσκεται κάτω από τις γονικές φτερούγες.
Πράγματι, στην ηλικία των 11 ετών (το 2007), άφησε το σπίτι του και άλλαξε πολιτεία, μετακομίζοντας από το Μίνας Γκεράις στο Ρίο Ντε Τζανέιρο, για να ενσωματωθεί σε έναν μικρό τοπικό σύλλογο στην Φριμπουργκένσε. Ο πιτσιρικάς τότε Κένεντι έσφυζε από ταλέντο και αυτό δεν μπορούσε να μη γίνει αντιληπτό, με τις Βάσκο Ντα Γκάμα και Ατλέτικο Μινέιρο να είναι οι ομάδες στις οποίες έκανε τα πρώτα του βήματα ως μέλος των τμημάτων υποδομής τους, πριν μπει στο “κόλπο” η Φλουμινένσε.
Στα βήματα των Μαρσέλο, Φαμπίνιο και Τιάγκο Σίλβα
Στα 13 του χρόνια, βρέθηκε στις ακαδημίες της “Φλου” και στα περίφημα προπονητικά κέντρα της εκεί όπου στο παρελθόν είχαν “μεγαλώσει” ποδοσφαιριστές που θα έγραφαν ιστορία στα ευρωπαϊκά γήπεδα, όπως ο Μαρσέλο, ο Φαμπίνιο και ο Τιάγκο Σίλβα.
Μη νομίζει όμως κάποιος ότι τα ροδοπέταλα είχαν ήδη στρωθεί για να τα διασχίσει και να μεταπηδήσει “άνετος και ωραίος” στην Ευρώπη, αφού χρειάστηκε να περάσουν έξι ολόκληρα χρόνια από την πρώτη φορά που πάτησε το πόδι του στο Ρίο για να κερδίσει τα πρώτα του χρήματα.
Πριν από αυτό, οι ομάδες στις οποίες ανήκε ήταν εκείνες που του κάλυπταν το φαγητό και τη διαμονή, με τη ζωή του όλο αυτό το διάστημα να είναι οι αγώνες και οι προπονήσεις. Εκείνος πάντως, επειδή ήξερε από φτώχεια, κακουχίες και αντιξοότητες, όταν πήρε τα πρώτα του χρήματα από το ποδόσφαιρο, δεν έχασε τα μυαλά του, αλλά έμεινε πιστός στις αρχές του.
Μία εξ αυτών είχε να κάνει με την αγάπη και την αφοσίωση προς τον θεσμό της οικογένειας, με τον Κένέντι να επενδύει τους πρώτους μισθούς του για να βοηθήσει τα αγαπημένα του πρόσωπα, που είχαν “ανεχτεί” και στηρίξει -ο καθείς με τον τρόπο του- την μούρλα του με το ποδόσφαιρο όλα τα προηγούμενα χρόνια.
“Έστειλα τα πρώτα χρήματα στον πατέρα μου. Το σπίτι μας κατέρρεε και δεν ήθελε να φύγει, πριν από εκείνον ανήκε στον πατέρα του. Οπότε πλήρωσα για να επισκευαστεί το σπίτι και μπόρεσα επίσης να πληρώσω ένα σπίτι και για τη μητέρα μου”, εξιστορεί ο Κένεντι σε πρόσφατη συνέντευξή του.
Η πρώτη ημερομηνία-σταθμός στην καριέρα του είναι η 28η Ιουλίου 2013 όταν σε ηλικία 17 ετών έκανε το επαγγελματικό ντεμπούτο του με την Φλουμινένσε στην ήττα με 2-0 από την Γκρέμιο ενώ σχεδόν έναν χρόνο αργότερα, στις 24 Μαΐου 2014, πανηγύρισε το παρθενικό του γκολ ως επαγγελματίας, που ήταν μάλιστα το νικητήριο στην εκτός έδρας επικράτηση επί της Μπαχία.
Το όνειρο έγινε πραγματικότητα μέσω… Λονδίνου
Το καλοκαίρι του 2015 έφερε πάντως τα πάνω-κάτω στη ζωή του, αφού πήρε σάρκα και οστά ένα παιδικό του όνειρο, να κάνει το μεγάλο ταξίδι για την Ευρώπη και να αγωνιστεί σε κάποιο από τα αρκετά μεγάλα κλαμπ που φιγουράρουν στην Γηραιά Ήπειρο.
Και τι σύλλογο… Η πρωταθλήτρια Ευρώπης του 2012 και κάτοχος του Europa League έναν χρόνο αργότερα, Τσέλσι, ήταν εκείνη που “τσέκαρε” τον Κένεντι για μεγάλο διάστημα και τελικά τον έκανε δικό της στις 22 Αυγούστου 2015, με τα ρεπορτάζ των αγγλικών ΜΜΕ να κάνουν λόγο για μία μεταγραφή που έφτασε τα 7.300.000 ευρώ.
Μία εβδομάδα μετά την επισημοποίηση του deal, ζούσε το όνειρό του, κάνοντας ντεμπούτο στον μαγικό κόσμο της Premier League μπαίνοντας ως αλλαγή απέναντι στην Κρίσταλ Πάλας, με τον Βραζιλιάνο ταλαντούχο εξτρέμ να ανοίγει λογαριασμό με τη μπλε φανέλα στις 23 Σεπτεμβρίου σε ματς για το League Cup με την Γουόλσολ και να έχει να καμαρώνει που το πρώτο του γκολ στο πρωτάθλημα (1 Μαρτίου 2016) έτυχε να είναι το ταχύτερο γκολ εκείνης της σεζόν στην Premier League (στα 39” κόντρα στην Νόριτς).
Παρά το γεγονός όμως ότι είχε 14 συμμετοχές εκείνη τη σεζόν στο πρωτάθλημα (20 συνολικά) ο Κένεντι δεν μπόρεσε να μείνει στο ρόστερ, με την Τσέλσι -που είχε υπογράψει μαζί του μακροχρόνιο συμβόλαιο- να αρχίζει να τον δίνει δανεικό “δεξιά και αριστερά”.
Ο κύκλος των διαδοχικών δανεισμών
“Στην Τσέλσι υπήρχαν πολλοί σπουδαίοι παίκτες οπότε οι ευκαιρίες να παίζω και να διακριθώ ήταν λίγες”, πιστεύει ο Κένεντι ο οποίος από το 2016 και έπειτα συνήθισε να βρίσκεται με μία βαλίτσα στο χέρι. Η πρώτη ομάδα στην οποία δόθηκε ήταν η Γουότφορντ στα τέλη Αυγούστου εκείνης της χρονιάς, όπου είχε μία άκρως τραυματική εμπειρία, με έναν τραυματισμό να τον αφήνει πίσω και τις “σφήκες” να διακόπτουν το δανεισμό του, για να επιστρέψει τον Δεκέμβριο στην Τσέλσι.
Σε αυτήν έμεινε όλη τη σεζόν 2016-17 έχοντας μόλις 2 συμμετοχές (ο Αντόνιο Κόντε ήταν τότε προπονητής των Λονδρέζων), γεγονός που “έδειχνε” πως έπρεπε να βρεθεί κάποια άλλη ομάδα -εντός ή εκτός Αγγλίας- για να στηρίξει και να πιστέψει τον νεαρό Βραζιλιάνο των πολλών και εντυπωσιακών τατουάζ στο κορμί του, ο οποίος έμοιαζε να απογοητεύεται από την έλλειψη ευκαιριών στο Λονδίνο.
Τον Αύγουστο του 2017 η Νιούκαστλ φλέρταρε έντονα μαζί του όμως η μεταγραφή ναυάγησε την τελευταία στιγμή, με τις καρακάξες όμως να επιμένουν και τελικά να δικαιώνονται τον Ιανουάριο του 2018 αποκτώντας τον δανεικό για το υπόλοιπο της σεζόν.
Εκείνοι οι μήνες ήταν το διάστημα της αναγέννησης και της επιστροφής στη χαρά του παιχνιδιού για τον Κένεντι, με τον Βραζιλιάνο να αφήνει εξαιρετικές εντυπώσεις στους ανθρώπους της ομάδας και τον ίδιο να αισθάνεται πως κάτι… άλλαζε.
“Ήμουν πολύ χαρούμενος που ήρθε αυτή η ευκαιρία με την Νιούκαστλ και είχα περισσότερο χρόνο να παίζω. Όταν παίζεις αποκτάς μεγαλύτερη αυτοπεποίθηση. Ήταν ένα μεγάλο διάστημα, ένας χρόνος και κάτι που δεν έπαιζα.
Χάρηκα που άρχισα να παίζω ξανά στην Premier League και απολαμβάνω να παίζω για τους οπαδούς της Νιούκαστλ που είναι φανταστικοί.
Στην Νιούκαστλ, τον κέρδισαν οι οπαδοί και το… χιόνι
Επιπλέον, εδώ είδα χιόνι για πρώτη φορά στη ζωή μου”, δήλωνε εκείνη την περίοδο ο Κένεντι, με τον συμπατριώτη του και πρώην συμπαίκτη του στην Τσέλσι, Νταβίντ Λουίζ, να του πλέκει το εγκώμιο με δηλώσεις του στην “Daily Mail”.
“Είμαι κάτι σαν μεγάλος αδερφός του. Προσπαθώ να τον βοηθώ. Ήταν πάντα με τον Ντιέγκο Κόστα αλλά από τη στιγμή που έφυγε, ανέλαβα το ρόλο να τον προσέχω.
Βλέπεις τα τατουάζ του έχει και τα σκισμένα τζιν που φοράει και νομίζεις πως είναι ένα τρελό αγόρι, αλλά είναι ντροπαλός. Το παρελθόν του δεν ήταν εύκολο, είναι παιδί των δρόμων. Είναι όμως ένα σπουδαίο παιδί με μεγάλη καρδιά.
Προσπαθώ να βλέπω όλα τα ματς της Νιούκαστλ και με καλεί για να με ρωτήσει για τις εμφανίσεις του. Χαίρομαι για όλα τα γκολ του”, δήλωνε εκείνη την εποχή ο Λουίζ, με τον συμπατριώτη του να αναγκάζεται όμως να τραβήξει την ανηφόρα τα επόμενα χρόνια.
Και αυτό γιατί ναι μεν η Νιούκαστλ ανανέωσε το δανεισμό του όμως η σεζόν 2018-19 τον βρήκε να κινείται σε ρηχά νερά, με αποτέλεσμα να επιστρέψει στη βάση του, στην Τσέλσι, η οποία με τη σειρά της άρχισε να τον παραχωρεί σε ομάδες εκτός Αγγλίας.
Η Χετάφε ήταν η πρώτη, τη σεζόν 2019-2020, αλλά δεν ήταν η τελευταία, με την Τσέλσι να έρχεται σε συμφωνία με την Γρανάδα το καλοκαίρι του 2020 και τον Κένεντι να καταλήγει στους Ανδαλουσιανούς, όπου εκεί έκανε -πανθομολογουμένως- μία από τις καλύτερες σεζόν στην καριέρα του (44 συμμετοχές – 8 γκολ), υπό τις οδηγίες του -νυν προπονητή του Ολυμπιακού- Ντιέγκο Μαρτίνεθ.
Όλα τα ωραία όμως έχουν ένα τέλος και αυτό για τον Κένεντι ήρθε το καλοκαίρι του 2021, με την Τσέλσι να επεκτείνει το συμβόλαιό του και να προχωράει στον πέμπτο κατά σειρά δανεισμό του, αυτή τη φορά στην Φλαμένγκο, με τον τραυματισμό του Μπεν Τσίλγουελ στα μέσα της σεζόν να υπαγορεύει ωστόσο την επιστροφή του στο “Στάμφορντ Μπριτζ”.
Ο υποβιβασμός άνοιξε το δρόμο για τον Ολυμπιακό
Όλα αυτά λίγο πριν το τέλος του ταραχώδους ταξιδιού του στην Τσέλσι, με την Βαγιαδολίδ του Ρονάλντο (ιδιοκτήτης) να πιστεύει στην αξία του και να έρχεται σε συμφωνία με τους Λονδρέζους για την απόκτησή του με κανονική αγορά το 2022, χωρίς να δοθούν λεπτομέρειες για το κόστος της μεταγραφής.
Το άσχημο για τον Κένεντι ήταν πως το restart που ονειρευόταν να κάνει με τη φανέλα της Βαγιαδολίδ δεν ήρθε, με τον Βραζιλιάνο να αντιμετωπίζει πρόβληματα τραυματισμού και να περιορίζεται σε μόλις 13 συμμετοχές (κανένα γκολ, μία ασίστ αυτό το διάστημα), για να πιει στο φινάλε της σεζόν το πικρό ποτήρι του υποβιβασμού μαζί με την ισπανική ομάδα.
Με τους μπλανκιβιολέτας έχει συμβόλαιο ως το 2027 όμως ο εξοστρακισμός από την La Liga ανάγκασε την Βαγιαδολίδ να προχωρήσει σε αρκετά “κοψίματα” από το ρόστερ της και ο Κένεντι είναι ένα εξ αυτών, με τον Ολυμπιακό να εμφανίζεται στην πόρτα του και να του προσφέρει ακόμη μία ευκαιρία για να κάνει step up στην καριέρα του.
Το αν θα αρπάξει την ευκαιρία θα το δείξει ο χρόνος. Το σίγουρο πάντως είναι πως για ένα παιδί που αψηφούσε τις δυσκολίες και τον πόνο παίζοντας ποδόσφαιρο στους δρόμους της Βραζιλίας με γυμνά πόδια και το οποίο πήρε το όνομά του προς τιμήν του Ρόμπερτ Φράνσις Κένεντι, οι λέξεις “συμβιβάζομαι” και “υποχωρώ” απουσιάζουν από το λεξιλόγιό του. Όπως και από εκείνο του Ολυμπιακού.
Πηγή: Sport24
SUPER ΠΡΟΣΦΟΡΑ* ΓΝΩΡΙΜΙΑΣ ΜΕ 2 ΜΗΝΕΣ COSMOTE TV!
*Ισχύουν όροι και προϋποθέσεις.